Tuesday, March 17, 2009
Αναρωτιέμαι
Αναρωτιέμαι αν είμαι τρελός. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι είμαι διαφορετικός. Κι αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό απ' όποια μεριά κι αν το κοιτάξεις
Saturday, March 14, 2009
Monday, March 09, 2009
Ένεκα της ημέρας
Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.
Από παιδί βιαζόμουνα μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε σήμερα δε με ορίζει.
Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;
Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα
Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ' είδες;
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες
Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.
Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις, Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.
Από παιδί βιαζόμουνα μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε σήμερα δε με ορίζει.
Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;
Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα
Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ' είδες;
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες
Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.
Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις, Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα
Sunday, March 01, 2009
Πάλι απόψε
Πάλι απόψε στην αλκοόλη
θ'απλώσω χέρι να πιαστώ,
ένας πνιγμένος απ'την πόλη
στον πανικό μου ψάχνω κάτι να σωθώ.
Γουλιά με τη γουλιά από τον πάτο μου
στην επιφάνεια της λήθης να χαθώ,
σαν οξυγόνο η παραίσθηση
με βγάζει τώρα λίγο λίγο απ'το βυθό.
Σαν ένα αδειανό μπουκάλι
σα κάποια σκέψη θλιβερή,
σαν του τρελού την παραζάλη
θα με ξεβράσει ένα κύμα στην ακτή.
Κι ως ναυαγός σ'ερημονησι
όπου φυτρώνει μόνο αμπέλι και καπνός,
εταίρα γη θα με μυήσει
στην απουσία μου να γίνω κληρικός.
Στο μεθυσμένο όνειρο μου
θα ρίξω άγκυρα απ'τη ζωή μου να πνιγώ,
στην προδομένη την καρδιά μου
πάλι κι-απόψε παραμύθι θε να πω.
Μα στις αγάπης το ναδίρ μου
ήρθες εσυ με το φιλί σου σαν ζωή,
στης παραζάλης τ'όνειρο μου
είσαι το τέλος είσαι της γένεσης αρχή
θ'απλώσω χέρι να πιαστώ,
ένας πνιγμένος απ'την πόλη
στον πανικό μου ψάχνω κάτι να σωθώ.
Γουλιά με τη γουλιά από τον πάτο μου
στην επιφάνεια της λήθης να χαθώ,
σαν οξυγόνο η παραίσθηση
με βγάζει τώρα λίγο λίγο απ'το βυθό.
Σαν ένα αδειανό μπουκάλι
σα κάποια σκέψη θλιβερή,
σαν του τρελού την παραζάλη
θα με ξεβράσει ένα κύμα στην ακτή.
Κι ως ναυαγός σ'ερημονησι
όπου φυτρώνει μόνο αμπέλι και καπνός,
εταίρα γη θα με μυήσει
στην απουσία μου να γίνω κληρικός.
Στο μεθυσμένο όνειρο μου
θα ρίξω άγκυρα απ'τη ζωή μου να πνιγώ,
στην προδομένη την καρδιά μου
πάλι κι-απόψε παραμύθι θε να πω.
Μα στις αγάπης το ναδίρ μου
ήρθες εσυ με το φιλί σου σαν ζωή,
στης παραζάλης τ'όνειρο μου
είσαι το τέλος είσαι της γένεσης αρχή
Subscribe to:
Posts (Atom)